Οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το δίλημμα: να στηρίξουν τις επιλογές του επιχειρηματία- ιδιοκτήτη και αδιαμαρτύρητα να δεχθούν να συμπορευτούν στον «αγώνα» που δίνει, ή να προχωρήσουν σε πιο έντονες κινητοποιήσεις, κάτι άλλωστε που υπερψήφισαν στην μαζική γενική συνέλευση που πραγματοποίησαν πριν λίγο καιρό; Μήπως αυτό οδηγήσει σε μεγαλύτερη απαξίωση των περιοδικών και καταλήξει να κλείσει τελικά την επιχείρηση;
Αντί άλλης απάντησης, έχει αξία να εστιάσουμε σε μια αντίστοιχη περίπτωση «υγιούς» επιχείρησης του Τύπου, που άρχισε λόγω κακών επιχειρηματικών επιλογών να «μπάζει νερά» και εν τέλει να οδηγηθεί στην πλήρη απαξίωση του ίδιου του προϊόντος της ενημέρωσης, του εντύπου, των εργαζομένων, του ονόματός της. Μιλάμε για τον Όμιλο Καλοφωλιά που εκδίδει την οικονομική εφημερίδα «Εξπρές» Την εμπειρία καταθέτει η εκπρόσωπος των εργαζομένων της επιχείρησης – μελών της ΕΣΠΗΤ:
“Όσα συμβαίνουν στον Περιοδικό Τύπο τους τελευταίους 7 μήνες (απολύσεις, περικοπές τμημάτων & τίτλων, αποδόμηση του διαφημιστικού τμήματος με κατακόρυφη πτώση διαφημιστικών εσόδων, τεράστιες αποκλίσεις στις ημερομηνίες πληρωμών, αδυναμία εξυπηρέτησης υποχρεώσεων κ.λπ.) προσομοιάζουν επικίνδυνα σε αυτά που ξεκίνησαν να συμβαίνουν στον όμιλο Καλοφωλιά και την εφημερίδα Εξπρές, από το 2004. Μια ιστορία η οποία το α’ εξάμηνο του 2009 (δηλαδή ύστερα από πέντε χρόνια) φαίνεται να λήγει άδοξα, καθώς ο τίτλος της εφημερίδας πνέει τα λοίσθια, οι περίφημες κάποτε 52 εβδομαδιαίες ειδικές εκδόσεις του ομίλου έχουν πάψει να βγαίνουν (και το δημοσιογραφικό τμήμα έχει ουσιαστικά διαλυθεί) εδώ και 10 περίπου μήνες, ενώ ο μακροβιότερος τίτλος περιοδικού του Ομίλου, το «Τουρισμός & Οικονομία» βγαίνει όποτε είναι δυνατόν από δύο απλήρωτους συντάκτες στη λογική του outsourcing.
Η ιστορία της Εξπρές θα μπορούσε να αποτελεί case study για τους επιχειρηματίες, για το πώς «μπορείτε να χρεοκοπήσετε μια υγιή επιχείρηση»… αλλά αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα των εργαζομένων. Γιατί την ίδια στιγμή η άνευρη και συμβιβασμένη λογική αντίδρασης των εργαζομένων του ομίλου τα τελευταία 5 χρόνια, αποτελεί από την άλλη, μάθημα προς αποφυγή για όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους σε όλα τα άλλα «μαγαζιά» του Τύπου. Τι τακτική ακολούθησαν οι συνάδελφοι στην Εξπρές; Όταν το 2004 ξεκίνησαν οι καθυστερήσεις πληρωμών (τότε δεν υπήρχε κρίση, αλλά μια κάκιστη επιχειρηματική επιλογή που «βούλιαξε» τα ταμεία του ομίλου) οι εργαζόμενοι –συντάκτες, τεχνικοί, διορθωτές, διοικητικό προσωπικό- αποφάσισαν να «βοηθήσουν» το μαγαζί δεχόμενοι την μηνιαία καθυστέρηση πληρωμών, δείχνοντας καλή θέληση. Ο ένας μήνας έγινε εν ριπή οφθαλμού δύο μήνες και ύστερα δυόμιση. Ξεκίνησαν οι πρώτες συνελεύσεις εργαζομένων (καθώς όπως αποδείχθηκε το 2 ½ ήταν το «όριο συναγερμού» για όλους) στις οποίες ωστόσο δεν αποδεικνυόταν η τάση δυναμικής αντίδρασης, για να μην οδηγήσουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι το «μαγαζί σε κλείσιμο». Η κατάσταση αυτή με μικρές διαφοροποιήσεις και αποκλίσεις συνεχιζόταν για δυο-τρία χρόνια. Μόλις οι 2 μήνες πλησίαζαν τους τρεις, εμφανίζονταν τα σωματεία, οι εργαζόμενοι απειλούσαν με κινητοποιήσεις και ως δια μαγείας την ίδια ημέρα ξαφνικά βρίσκονταν χρήματα και αποπληρωνόταν ο «περίσσιος» μήνας.
Όταν ύστερα από δύο χρόνια το πράγμα ωρίμασε και οι εργαζόμενοι ήταν πια έτοιμοι για πιο συλλογικές δράσεις, η εργοδοσία (την οποία επιδοτούσαν ουσιαστικά με την απλήρωτη εργασία τους) βρήκε άλλους διασπαστικούς τρόπους: αποπλήρωνε τον περίσσιο μήνα (για πλήρη αποπληρωμή χρεωστουμένων δεν συζητάμε βέβαια) στα τμήματα «υψηλού κινδύνου», δηλαδή το πιεστήριο, τους τεχνικούς και έπειτα τους δημοσιογράφους και άφηνε για το τέλος (αν το θυμόταν και αν αντιδρούσαν) τους διοικητικούς, τους εξωτερικούς συνεργάτες και όσους δεν είχαν καμία συνδικαλιστική κάλυψη.
Κάθε φορά δε, που οργανωνόταν συνέλευση, ξανά ως δια μαγείας από τα έως τότε άδεια ταμεία «φύτρωναν» λεφτά για τους επικεφαλής τμημάτων και όσους ήθελαν να «συνεχίσουν να στηρίζουν τον όμιλο». Όλο αυτό το διάστημα, η διοίκηση –βεβαίως- δεν είχε υποβαθμίσει κατά κανένα τρόπο τον τρόπο ζωής της: τα τζιπ cayenne, τα ταξίδια στο εξωτερικό και τα μεγαλεπήβολα σχέδια για glamour περιοδικά έδιναν και έπαιρναν, ενώ πολλάκις απειλήθηκαν ανοιχτά με απόλυση και «αμαύρωση του δημοσιογραφικού τους ονόματος», οι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού συνάδελφοι συντάκτες που τόλμησαν να μιλήσουν ανοικτά.
Το τμήμα πωλήσεων & διαφήμισης σιγά σιγά αποδομήθηκε εντελώς. Σημαντικά και άξια στελέχη αποχώρησαν, τα διαφημιστικά έσοδα κατρακύλησαν, οι b2b εβδομαδιαίες εκδόσεις υποβιβάστηκαν, το φύλλο αποδυναμώθηκε, καθώς οι ρεπόρτερ αναγκάζονταν να κάνουν δύο και τρεις δουλειές και δεν έδιναν σημασία στο πρωτογενές ρεπορτάζ, οι συνεργασίες για συνέδρια-χορηγίες λιγόστεψαν, ο τίτλος έχασε την αίγλη του. Οι άλλοτε 250-300 εργαζόμενοι περιορίστηκαν στο 1/3, έμειναν εργασιακά εγκλωβισμένοι, και το μόνο που δεν άλλαξε είναι η αλαζονεία και η κοροϊδία από την πλευρά της εργοδοσίας, που όσο και αν ήθελε να πείσει ότι οι κινητοποιήσεις θα «έκλειναν» το μαγαζί, απέδειξε με την κακή διοίκησή της ότι το «μαγαζί» το έκλεισε μόνη της. Αυτή τη στιγμή οι εναπομείναντες 90-100 εργαζόμενοι έχουν προχωρήσει μαζικά (ανά σωματείο) αλλά και κατά μόνας σε ασφαλιστικά μέτρα διεκδικώντας όλα τα δεδουλευμένα του 2009 και την διατήρηση των εργασιακών τους δικαιωμάτων. Η εφημερίδα συνεχίζει να βγαίνει αλλά για πόσο; Η διεύθυνση πάντως, συνεχίζει να κάνει τη ζωή της και να εμφανίζεται σε φόρα και συνέδρια, χωρίς να νοιάζεται για τους 6 μήνες –πλέον- απλήρωτους εργαζόμενους, στους οποίους ποτέ δεν έδωσε ούτε μία δέσμευση για έξοδο από αυτό το τέλμα, με αλαζονικές δηλώσεις του τύπου «όποιου δεν του αρέσει να φύγει».
Πέντε χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης σε ένα από τα ιστορικότερα μέσα του οικονομικού Τύπου και οι εργαζόμενοι συζητούν στους διαδρόμους πόσο διαφορετικά μπορεί να ήταν τα πράγματα αν είχαν αντιδράσει δυναμικά από την αρχή, πιέζοντας την διοίκηση να κρατήσει «ζωντανή» την εταιρεία με σαφές στρατηγικό πλάνο. Γιατί πρωτίστως αποδεικνύεται ότι εάν υπάρχει θέληση να κρατηθεί ζωντανή μια επιχείρηση, υπάρχουν τρόποι και η λύση δεν μπορεί ποτέ να είναι ούτε οι περικοπές έμψυχου στελεχιακού δυναμικού, ούτε η οικονομική εξάντληση της εργαζόμενης βάσης που μαθηματικά οδηγεί τα μαγαζιά του Τύπου και σε πλήρη απαξίωση του προϊόντος τους.”
ΠΑΡΑΤΥΠΩΣ - Αριστερή Πρωτοβουλία Εργαζομένων Συντακτών