22 July 2009

Η "Διακήρυξη της Βάρνας": Ένα αμφιλεγόμενο πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων

Θα είδατε οι περισσότεροι μια πρόσφατη ανάρτηση στο site της ΕΣΠΗΤ, με τη «Δήλωση της Βάρνας», μια απόφαση της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων (EFJ). Η απόφαση προέκυψε στην ετήσια συνάντηση της EFJ που έγινε τον περασμένο Μάη και αφορά την αντιμετώπιση της αυξανόμενης οικονομικής και επαγγελματικής κρίσης στα ΜΜΕ. Στη συνάντηση συμμετείχε και εκπρόσωπος του Δ.Σ. της ΕΣΠΗΤ. Στην απόφαση, που μπορείτε να βρείτε εδώ, διαπιστώνουμε έκπληκτοι πολλά πράγματα που δεν ταιριάζουν σε μια Ομοσπονδία η οποία μιλά για τα συμφέροντα των δημοσιογράφων.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Από τη Δήλωση... απουσιάζουν οι εργοδότες, οι εκδότες και οι καναλάρχες, που ανοιγοκλείνουν ΜΜΕ, πετούν χιλιάδες συναδέλφους στην ανεργία, προωθούν την ελαστική εργασία, γενικεύουν το μπλοκάκι. Ούτε όμως και μια αράδα για την Ευρωπαϊκή Ενωση και τις κυβερνήσεις που με την πολιτική τους πλήττουν θεμελιώδη εργασιακά, μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα όχι μόνο των δημοσιογράφων, αλλά όλων των εργαζόμενων στα ΜΜΕ και γενικότερα. Το αντίθετο υπάρχει στη Δήλωση της Βάρνας: «τσάι και συμπάθεια» για την Κομισιόν και τους επιχειρηματίες της ενημέρωσης.
Επίσης, από τη Δήλωση μαθαίνουμε και μερικά καινούργια πράγματα. Όπως π.χ. ότι τα media παίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση της Δημοκρατίας στην Ευρώπη. Κι εμείς που νομίζαμε ότι τα τελευταία 20 χρόνια (τουλάχιστον) η Δημοκρατία στην Ευρώπη μάλλον αποδομείται, παρά οικοδομείται, τι θα πρέπει να σκεφτούμε τώρα; Ας υποθέσουμε όμως ότι η Δήλωση εκφράζει απλώς μιαν ευχή. Αν είναι έτσι, σωστά τίθενται στο κείμενο τα θέματα των συνθηκών εργασίας μας και των συνδικαλιστικών μας δικαιωμάτων. Πόθεν όμως προκύπτει ότι αυτά αποτελούν την ψυχή των δημοκρατικών ΜΜΕ; Ένα ΜΜΕ είναι αντιδημοκρατικό επειδή απλώς οι δημοσιογράφοι του δεν έχουν καλές επαγγελματικές αρχές και συνθήκες εργασίας; Μήπως είναι λίγο διαφορετικό το πράγμα; Γιατί μέχρι τώρα νομίζαμε ότι οι ιδιοκτήτες, η αγορά και η προσμονή του κέρδους είναι αυτά που κινούν το χώρο των ΜΜΕ. Κι αυτά δεν ορίζουν Δημοκρατία, από τη στιγμή μάλιστα που η συγκέντρωση των Μέσων σε λίγα χέρια δημιουργεί τυπικά και άτυπα καρτέλ ενημέρωσης.
Ας το δούμε κι αλλιώς: Θα είχε δίκιο αν έλεγε κάποιος ότι «η ενημέρωση είναι η ψυχή της δημοκρατίας». ΟΜΩΣ:
α) αυτό είναι τόσο γενικό που μπορεί να σημαίνει είτε κάτι καλό είτε κάτι κακό (θυμηθείτε ότι η υπερ-ενημέρωση στον καιρό του Πολέμου του Κόλπου το '91 –πρόβα τζενεράλε για τη «νέα εποχή» των ΜΜΕ– είχε στόχο να νομιμοποιήσει την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ και να ενσπείρει τον τρόμο της μοναδικής υπερδύναμης σε ολόκληρο τον πλανήτη. (Αναμφίβολα, και εκεί θα υπήρξαν ανταποκριτές που έκαναν καλά τη δουλειά τους, όμως ο στόχος που τελικά υπηρετήθηκε δεν ήταν η ενημέρωση).
β) Η ενημέρωση, δυστυχώς, στην εποχή μας, υπάρχει ή δεν υπάρχει, αναλόγως εάν παράγει κάποιο υλικό ή άυλο κέρδος. Όλοι ξέρουμε για ειδήσεις που ποτέ δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Αυτό συμβαίνει επειδή οι δημοσιογράφοι δεν έχουν καλές συνθήκες εργασίας, και που αν τις είχαν η ενημέρωση θα ήταν πλήρης και θα συνέβαλλε στη Δημοκρατία;
γ) Στη σημερινή εποχή, πάσχουμε από μια στρεβλή υπερ-ενημέρωση. Έχει κανείς μετρήσει πόσες χιλιάδες πληροφορίες και ειδήσεις περνούν μπροστά από τα μάτια και το μυαλό ενός μέσου ανθρώπου στη διάρκεια της ημέρας; Ο βομβαρδισμός είναι σκόπιμος, ώστε αφενός ο δέκτης των χιλιάδων πληροφοριών να μην μπορεί να τις συνθέσει μεταξύ τους, και αφετέρου να δημιουργείται ένας πληθωρισμός πληροφορίας (επίφαση Δημοκρατίας). Και πληθωρισμός σημαίνει απαξίωση. Επομένως, ενημέρωση και Δημοκρατία δεν είναι δύο όροι που πάντοτε συμβαδίζουν. Εξαρτάται από το είδος και το στόχο της ενημέρωσης, εξαρτάται και από το είδος της Δημοκρατίας που (δεν) έχουμε.
Δεν προκύπτει επομένως τόσο εύκολα η θέση ότι «οι συνθήκες, οι αρχές, τα συνδικαλιστικά δικαιώματα αποτελούν την ψυχή των δημοκρατικών ΜΜΕ». Πρακτικά, έχει μεγάλη δόση αυθαιρεσίας το: «η οικοδόμηση της Δημοκρατίας θέλει δημοκρατικά ΜΜΕ». Αντίθετα: θέλει μια κοινωνία που θα αγωνίζεται γι' αυτό και θα εξαναγκάζει έτσι τα media και όσους τα κατέχουν, να την λαμβάνουν υπόψη σαν κινητήριο μοχλό και δημιουργό της ιστορίας.

Στη Δήλωσή της, όμως, η EFJ δηλώνει ότι θα πάρει μια Πρωτοβουλία για τη Δεοντολογία στη Δημοσιογραφία. Ανάμεσα σε διάφορα ωραία, αντιλαμβάνεται κανείς ότι για την EFJ είναι θέμα αρχής «η δέσμευση για επαγγελματική εκπαίδευση, ιδίως σε κοινωνίες που προσπαθούν να προωθήσουν μια πιο ανοικτή, πλουραλιστική και αντιπροσωπευτική κυβέρνηση». Επειδή έχουμε πήξει από παραδείγματα οργανισμών και διεθνών οργανώσεων που προσπαθούν να επιβάλουν τη «δημοκρατία» στους... βαρβάρους, μάλλον χρειάζεται η EFJ να εξηγήσει λίγο περισσότερο τι εννοεί. Εκτός κι αν το εξηγεί αμέσως μετά, όταν λέει ότι «πρέπει να οικοδομήσουμε νέες συμμαχίες» με:
- τις κυβερνήσεις και την Κομισιόν (που προωθούν ούτως ή άλλως ακριβώς αυτά που δήθεν αποστρέφεται η EFJ: τη φτώχεια, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, το τσάκισμα των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, την ανασφάλεια, το σήμερα-έχω-δουλειά-αύριο-δεν-έχω)
- ομάδες της κοινωνίας των πολιτών (δηλαδή τις διάφορες αδρά χρηματοδοτούμενες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, που πολλές από αυτές εγκαλούνται για βρώμικο ρόλο σε διάφορες διεθνείς υποθέσεις)
- τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, που επειδή τους συμπονά πάρα πολύ, «δηλώνει ότι θα φέρει τους δημοσιογράφους της Ευρώπης στην πρώτη γραμμή των αλλαγών ... (υποστηρίζοντας) προτάσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για επείγουσα παροχή στήριξης σε ΜΜΕ». Αντί λοιπόν να απαιτήσει η EFJ (και όλοι εμείς μαζί), να ενισχυθούν οι δημοσιογράφοι με κάθε τρόπο σε αυτή την απόλυτα δύσκολη συγκυρία που χάνουμε τις δουλειές μας, γινόμαστε λάστιχο για ένα πιάτο φαΐ, βαλλόμεθα από παντού, η EFJ ζητά να δοθεί στήριξη στους επιχειρηματίες των ΜΜΕ εκλιπαρώντας για... σεβασμό της δημοσιογραφικής ελευθερίας και της αξιοπρεπούς εργασίας (όταν αυτή υπάρχει). Αντί να απαιτήσει να καταργηθούν πανευρωπαϊκοί κανονισμοί, οδηγίες και ρυθμίσεις που δημιούργησαν και τροφοδοτούν την κρίση, θα «διερευνήσει μαζί με τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ τη βελτίωση των δομών διαλόγου».
Μετά από αυτά, μόνο αστεία φαίνεται η αποστροφή ότι «θα υποστηρίζουμε τους δημοσιογράφους που ανθίστανται στις αλόγιστες στρατηγικές μείωσης του κόστους».

Αυτά τελικά είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που φανερώνει η Δήλωση της Βάρνας. Είναι δικαίωμα του καθενός να συμφωνεί ή να διαφωνεί, να έχει άλλη οπτική των πραγμάτων κλπ. Όμως είναι μια συζήτηση που έχει αντικειμενικά ανοίξει, και είναι μια συζήτηση που έχει πολύ μεγάλη αξία για το μέλλον της εργασίας μας, όπως και για την ενημέρωση την ίδια. Αυτό που δεν μπορεί να γίνει είναι να συνεχίσει να περνά απαρατήρητη αυτή η συζήτηση από την ΕΣΠΗΤ, η οποία θα ήταν σωστό να ανοίξει αυτό το μεγάλο θέμα, ανοιχτά και δημόσια. Αυτό όμως είναι κάτι που μάλλον δεν βρίσκεται στην οπτική της ΕΣΠΗΤ… Για την ιστορία, να πούμε ότι και η ΕΣΠΗΤ υπερψήφισε την απόφαση της Βάρνας. Και με αυτή την έννοια, ίσως πρέπει να προσέχουν περισσότερο τι ψηφίζουν οι εκπρόσωποι της ΕΣΠΗΤ στα διάφορα fora όπου συμμετέχουν εκπροσωπώντας την Ένωσή μας…